Καλωσορίσατε στο Blog Συζήτησης της "Ριζοσπαστικής Πρωτοβουλίας". Καλή Περιήγηση!

Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Ένα αφιέρωμα στον Bobby Sands

Σήμερα πέθανε η Μάρκαρετ Θάτσερ. Είναι νομίζω η πιο κατάλληλη στιγμή να θυμηθούμε τον Bobby Sands, τον Ιρλανδό αγωνιστή που φυλακίστηκε και βασανίστηκε απο το Θατσερικό καθεστώς και πέθανε μετά απο 66 μέρες απεργία πείνας στα 27 του χρόνια. Τον ακολούθησαν στο θάνατο άλλοι εννιά σύντροφοί του:
Bobbysandslongkesh1973.jpg

Ο Μπόμπυ Σαντς γεννήθηκε το 1954 στο βόρειο Μπέλφαστ. Η ζωή στην γκετοποιημένη, υποβαθμισμένη γειτονιά τον παρακίνησε να δραστηριοποιηθεί από πολύ νωρίς. Στα 18 του χρόνια έγινε μέλος του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA). Στο ημερολόγιό του έγραφε: "Η ζωή μου τώρα έχει αλλάξει. Τις νύχτες κοιμάμαι υποχρεωτικά με το ένα μάτι ανοιχτό κι όταν διεξάγουμε κάποια επιχείρηση, είμαστε συνέχεια σε εγρήγορση, για να αποφύγουμε τους ελέγχους των Βρετανών. Ο κόσμος όμως είναι στο πλευρό μας. Δεν είναι μονάχα το ότι μας άνοιξαν διάπλατα τα σπίτια τους κι ότι μας βοηθούν όπως μπορούν, αλλά το ότι μας έχουν ανοίξει την καρδιά τους. Έμαθα ότι χωρίς τη συμπαράσταση του κόσμου, δεν είναι δυνατόν να επιβιώσουμε πολιτικά και τώρα ξέρω ότι τους χρωστώ τα πάντα". Τον Οκτώβριο του 1972, ο Μπόμπυ Σαντς συλλαμβάνεται για πρώτη φορά. Κατηγορείται για οπλοκατοχή (τέσσερα περίστροφα, που βρέθηκαν στο σπίτι όπου φιλοξενείτο) και καταδικάζεται σε τρία χρόνια φυλάκιση, στα μπουντρούμια του Long Kesh. Στη διάρκεια αυτών των ετών, διαβάζει όσο μπορεί περισσότερο και μαθαίνει μόνος του ιρλανδικά.

Αργότερα, θα μεταδώσει όσα έμαθε στους συγκρατούμενούς του, στη διαβόητη Πτέρυγα Η. Το 1976 αποφυλακίζεται και επιστρέφει στο Τουίνμπρουκ, του Δυτικού Μπέλφαστ, στο οποίο διαμένει η οικογένειά του, πολύ κοντά στην "υγειονομική" διαχωριστική ζώνη, που απαγορεύει την ελεύθερη διακίνηση Καθολικών και Προτεσταντών. Εκεί γίνεται ενεργό μέλος της κοινότητάς του. Ασχολείται με το Σύνδεσμο Ενοικιαστών και πείθει τα ταξί της περιοχής να μεταφέρουν κόσμο από τη μία περιοχή στην άλλη, δεδομένου ότι τα λεωφορεία δεν επαρκούσαν. Μέσα σε έξι μήνες, συλλαμβάνεται ξανά, έπειτα από βομβιστική επίθεση και ανταλλαγή πυρών. Ο Μπόμπυ τη στιγμή της έκρηξης και των γεγονότων που ακολούθησαν, βρισκόταν μέσα σ ένα αμάξι λίγο πιο κει και η Αστυνομία βρήκε πάνω του ένα ρεβόλβερ. Με αυτά τα "αποδεικτικά στοιχεία" προσάγεται σε δίκη μαζί με άλλους τρεις συντρόφους του, αφού πρώτα υποβάλλεται σε εξουθενωτική εξαήμερη ανάκριση και υφίσταται κάθε λογής βασανιστήρια. Αρνείται να απαντήσει σε οτιδήποτε άλλο, εκτός από το όνομά του, την ηλικία του και τη διεύθυνση κατοικίας του. Παραμένει υπόδικος για έντεκα μήνες και τελικά, η δίκη γίνεται το Σεπτέμβριο του 1977. Όπως και την άλλη φορά, αρνείται να αναγνωρίσει το κύρος των Δικαστικών Αρχών. Ο δικαστής παραδέχεται ότι τα "αποδεικτικά στοιχεία" είναι σαθρά, ωστόσο τον καταδικάζει μαζί με τους συντρόφους του σε δεκατέσσερα χρόνια κάθειρξη (έκαστος) για οπλοκατοχή (το ένα και μοναδικό ρεβόλβερ).

Τον μεταφέρουν στη φυλακή της οδού Κράμλιν, όπου περνά τις πρώτες 22 ημέρες ολόγυμνος και σε τέλεια απομόνωση. Έπειτα μεταφέρεται στην Πτέρυγα Η του Long Kesh, όπου μαζί με άλλους συγκρατούμενούς του ξεκινούν τη διαμαρτυρία της "κουβέρτας" (δεδομένου ότι δεν τους επιτρεπόταν να φορούν τα πολιτικά τους ρούχα, αφού δεν τους αναγνώριζαν ως Πολιτικούς κρατούμενους). Αρχίζει να αρθρογραφεί στην "An Phobnacht/Republican News", σε χαρτί τουαλέτας, μιας και η γραφική ύλη απαγορεύεται δια ροπάλου. Γίνεται ο βασικός εκπρόσωπος της διαμαρτυρίας και έρχεται συνεχώς σε αντιπαράθεση με το καθεστώς της φυλακής. Τον Απρίλιο του 1978, έπειτα από συστηματική κακομεταχείριση, ειδικά στις τουαλέτες και το ντους, οι κρατούμενοι αρνούνται να πλυθούν και να παραδώσουν τα δοχεία νυκτός τους. Κάνουν τις βασικές τους ανάγκες μέσα στο κελί, αφού έτσι κι αλλιώς έχουν καταστρατηγηθεί ακόμα και τα πιο βασικά ανθρώπινα δικαιώματά τους. Οι γυναικείες φυλακές ακολουθούν, με ανάλογη διαμαρτυρία, το Φεβρουάριο του 1980. Στις 27 Οκτωβρίου 1980, έπειτα από την κατάρρευση συνομιλιών μεταξύ των Βρετανών και του Καρδινάλιου OFiaich, επτά κρατούμενοι της Πτέρυγας Η προχωρούν σε απεργία πείνας.

Στις 19 Δεκεμβρίου 1980, ο Μπόμπυ Σαντς ανακοινώνει ότι οι κρατούμενοι δεν θα ξαναφορέσουν ρούχα φυλακής, ούτε θα υποχρεωθούν ξανά σε "κοινωνική εργασία" εντός των φυλακών. Προσφέρεται να αρχίσει πρώτος απεργία πείνας και μάλιστα, δυο εβδομάδες πριν από τους υπόλοιπους συγκρατούμενούς του, ώστε, εάν πεθάνει, ο θάνατός του να εξασφαλίσει την ικανοποίηση των αιτημάτων τους. Τις πρώτες 17 ημέρες, κρατά προσωπικό ημερολόγιο (σε χαρτί τουαλέτας και κρύβοντάς το μέσα στις κοιλότητες του σώματός του), όπου εκφράζει τις πιο ενδόμυχες σκέψεις του. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, δεν φοβόταν το θάνατο. Έβλεπε την απεργία πείνας σαν κάτι πιο σημαντικό, από απλά και μόνο την ικανοποίηση των αιτημάτων που είχαν τεθεί, και ήλπιζε ότι η έκβασή της (θετική ή αρνητική) θα προκαλούσε την πτώση της βρετανικής κυριαρχίας στην Ιρλανδία.

Στις 30 Μαρτίου (66η ημέρα απεργίας πείνας), εξελέγη αντιπρόσωπος της περιοχής του στις δημοτικές εκλογές. Στις 1.15 π.μ. της 5ης Μαΐου 1981 αφήνει την τελευταία του πνοή. Ήταν 27 ετών.
πηγή: www.biblionet.gr

Είχε πει: «Φυσικά και μπορεί να δολοφονηθώ. Ωστόσο, παραμένω αυτό που ήμουν πάντα ενεργός πολίτης. Κι αυτό, κανείς δεν μπορεί να μου το στερήσει, ούτε καν οι Βρετανοί».




Διαβάστε ένα από τα ποιήματα που έγραψε ο Μπόμπυ Σαντς:

The Rhythm Of Time

There’s an inner thing in every man,
Do you know this thing my friend?
It has withstood the blows of a million years,
And will do so to the end.
It was born when time did not exist,
And it grew up out of life,
It cut down evil’s strangling vines,
Like a slashing searing knife.
It lit fires when fires were not,
And burnt the mind of man,
Tempering leadened hearts to steel,
From the time that time began.
It wept by the waters of Babylon,
And when all men were a loss,
It screeched in writhing agony,
And it hung bleeding from the Cross.
It died in Rome by lion and sword,
And in defiant cruel array,
When the deathly word was ‘Spartacus’
Along the Appian Way.
It marched with Wat the Tyler’s poor,
And frightened lord and king,
And it was emblazoned in their deathly stare,
As e’er a living thing.
It smiled in holy innocence,
Before conquistadors of old,
So meek and tame and unaware,
Of the deathly power of gold.
It burst forth through pitiful Paris streets,
And stormed the old Bastille,
And marched upon the serpent’s head,
And crushed it ‘neath its heel.
It died in blood on Buffalo Plains,
And starved by moons of rain,
Its heart was buried in Wounded Knee,
But it will come to rise again.
It screamed aloud by Kerry lakes,
As it was knelt upon the ground,
And it died in great defiance,
As they coldly shot it down.
It is found in every light of hope,
It knows no bounds nor space
It has risen in red and black and white,
It is there in every race.
It lies in the hearts of heroes dead,
It screams in tyrants’ eyes,
It has reached the peak of mountains high,
It comes searing ‘cross the skies.
It lights the dark of this prison cell,
It thunders forth its might,
It is ‘the undauntable thought’, my friend,
That thought that says ‘I’m right!’

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου